Tuesday, September 13, 2011

Μελέτη των ψευδονύμων (Από έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2002)


Μελέτη των ψευδονύμων (nick names) στους χώρους συζήτησης του διαδικτύου (chat rooms).


Περίληψη
 Η μελέτη πραγματοποιήθηκε το 2002 και αφορούσε στη διερεύνηση των ψευδονύμων που επιλέγουν  οι συμμετέχοντες σε ηλεκτρονικούς τόπους συζήτησης (chat rooms). Στους συγκεκριμένους τόπους απαιτείται η επιλογή ενός ψευδονύμου.  Το όνομα, ως φορέας ταυτότητας, στην εκτός διαδικτύου ζωή, δεν το επιλέγει το ίδιο το άτομο αλλά η οικογένεια. Έτσι, η επιλογή ενός ψευδονύμου δίνει την ευκαιρία στο υποκείμενο να αυτοκαθοριστεί απέναντι σε άλλα υποκείμενα, τα οποία όμως δεν έχουν πρόσβαση στην πραγματική του ταυτότητα. Σε αυτόν τον αυτοπροσδιορισμό αποφασίζει να εμφανίσει, να δώσει προτεραιότητα σε κάποια στοιχεία  ταυτότητας που είτε αντιστοιχούν στην πραγματική του, είτε είναι ψευδή, προς αναζήτηση διαδικτυακών συνομιλητών. Φαίνεται ότι η επιλογή του συγκεκριμένου ψευδονύμου αποσκοπεί σε συγκεκριμένη πρόθεση καθώς το ψευδόνυμο είναι το μόνο εμφανές στοιχείο της ταυτότητας και μπορεί να είναι φορέας έλξης ή απώθησης συνομιλητών. Η ανωνυμία του διαδικτύου φαίνεται να βοηθά στην οργάνωση ενός παιχνιδιού ρόλων, το οποίο ξεκινά ήδη από την επιλογή του ψευδονύμου, μία επιλογή περισσότερο ή λιγότερο συνειδητή.

Study of the nick names into the chat rooms
This study has been done during 2002 and had as aim the investigation of the chosen nicknames of the participants into a chat room. In these virtual places the participant must choose a nickname before his participation. The name, as a factor of identity, in the offline life, is not a choice of the subject but of his family. The choice of a nick name gives the chance to the subject of a kind of self construction and to be in “contact” with other subjects, who don’t have access in his real identity. In this self construction he has to choose which real or false identity features he wants to present to other subjects for entering into a conversation with some of them. It’s obvious that the choice of a particular nick name has a meaning relative to the motivation of the subject, as it is the only manifest element of the identity and it can function as a source of attraction or repulsion on the other subjects. The anonymity of the internet helps to the organisation of a role playing game that already starts from the choice of the nick name, a choice that can be more or less conscious.


Τα chat rooms θα μπορούσαν να είναι σύγχρονοι «τόποι» επικοινωνίας, ανάλογοι των καφενείων, των αγορών ή άλλων τόπων που κατά περιόδους φιλοξενούσαν και ενθάρρυναν την διατομική ή ομαδική επικοινωνία.
Το ενδιαφέρον μας στρέφεται ιδιαίτερα στα chat rooms γιατί παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες, που ως σήμερα κανένας άλλος «τόπος» συζήτησης δεν είχε.
Καταρχήν, η ίδια έννοια του τόπου αλλάζει. Τα chat rooms δεν νοούνται ως γεωγραφικά προσδιορισμένοι τόποι. Το άτοπον της επικοινωνίας το συναντάμε σε όλο το φάσμα του διαδικτύου. Τα άτομα δεν συζητούν όντας στον ίδιο γεωγραφικό τόπο, όπως γινόταν ως τώρα.
Θα νοήσουμε λοιπόν την έννοια του διαδικτυακού τόπου με την έννοια που έδωσε ο Γιώργος Βέλτσος στην «χώρα» ως «μια έννοια δράσης και μετασχηματισμού δράσης παρά χώρος ή τόπος».
Τα άτομα που συμμετέχουν και συζητούν σε ένα chat room είναι δράστες αυτής της ιδιόμορφης επικοινωνίας. Πρόκειται για μία συμπεριφορά και άρα ως τέτοια μας απασχολεί, μέσα στο πλαίσιο της ψυχολογικής μελέτης.
Μία άλλη διαφορά αυτού του τύπου συζήτησης, σε σχέση με άλλους παλαιότερους είναι ο γραπτός χαρακτήρας της επικοινωνίας. Θα μπορούσε να πλησιάζει την μορφή της αλληλογραφίας, η βασική διαφορά, όμως,  έγκειται στο ότι τα άτομα αλληλεπιδρούν, όντας σε κοινό χρόνο στο διαδίκτυο (συγχρονική μορφή επικοινωνίας). Όπως μας λέει ο Γ. Πεφάνης: «Το κείμενο-λόγος διαμορφώνει ένα δυναμικό πεδίο μεταξύ οικείου και ανοικείου, ταυτότητας και διαφοράς».
Ο κοινός χρόνος φαίνεται να φέρνει κοντά τα άτομα. Μπορούν να συνομιλούν άνθρωποι απ’όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη της γης, επειδή συνεβρίσκονται την ίδια στιγμή στον ίδιο χώρο, με την έννοια του χώρου ως πεδίου δράσης-ξεκομμένου από την γεωγραφική του έννοια- και να αναπτύσσουν σχέσεις οικειότητας, γεγονός που μπορούμε να το διαπιστώσουμε εύκολα με συμμετοχική παρατήρηση σε κάποιον απ’αυτούς τους χώρους συζήτησης.
Το βασικότερο κατά τη γνώμη μας γεγονός, πάνω στο οποίο στηρίζεται κατά πολύ αυτή η μελέτη, είναι ότι τα άτομα είναι αόρατα και ουσιαστικά ανώνυμα.
Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την επικοινωνία; Γνωρίζουμε ότι στην πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνία, ακόμη και χωρίς τον λόγο επικοινωνούμε συνεχώς. Ανταλλάσσουμε πληροφορίες σχετικές με το φύλο, την ηλικία, την ράτσα, την υγεία, το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, την κουλτούρα. Tι γίνεται με αυτού του τύπου την επικοινωνία όπου ο καθένας είναι ανώνυμος και αόρατος; Υποθέτουμε ότι σε αυτήν την κατάσταση, αυτό που είναι πολύ σημαντικό (και το μόνο στοιχείο που έχουμε για τον άλλον) είναι το όνομα που χρησιμοποιεί (nickname) προκειμένου να συμμετάσχει στην κουβέντα. Είναι το μόνο στοιχείο φαινομενικό που έχουμε για τον άλλο, τουλάχιστον αρχικά, αφού μετά αυτοπροσδιορίζεται από το περιεχόμενο του λόγου του, αν εκφραστεί δημόσια.
Ξέρουμε, από τα πειράματα του Leavitt (1965) ότι η επικοινωνία των ατόμων, όταν βρίσκονται αυτοπροσώπως σε ομάδα, διευκολύνεται όταν η διάταξή τους είναι σε κύκλο, ώστε ο καθένας να έχει ίση απόσταση από το κέντρο και να μπορεί να βλέπει τα άλλα μέλη της ομάδας, όπως και να γίνεται ορατός απ’ αυτά, επικοινωνώντας με τη μεγαλύτερη αμεσότητα. Εδώ τέτοιου τύπου επικοινωνιακές θεωρίες δεν μπορούν να έχουν ισχύ. Είμαστε όλοι παρόντες και απόντες. Εδώ και αλλού. Συνομιλούμε δημόσια ή αποφασίζουμε να συνομιλήσουμε ιδιωτικά.
Για να συνοψίσουμε, τα chat rooms (chat=κουβέντα) είναι οι διαδικτυακοί χώροι συζήτησης όπου η αλληλόδραση των ατόμων γίνεται σε «πραγματικό» χρόνο, ή αλλιώς τα άτομα είναι συγχρονισμένα. Η συζήτηση πραγματοποιείται μέσω του δακτυλογραφημένου λόγου.
Ο κάθε συμμετέχων πληκτρολογεί αυτό που θέλει να απευθύνει στους άλλους και με το ENTER το κείμενο του εμφανίζεται στις οθόνες αυτών που το αποστέλει.
Η συζήτηση μπορεί να γίνει σε ομαδικό επίπεδο είτε ιδιωτικά με έναν ή περισσότερους άλλους.
Όταν κάποιος αποφασίζει να συμμετάσχει σε έναν τέτοιο χώρο συζήτησης, πρέπει να επιλέξει τον χώρο ανάλογα με τα ενδιαφέροντά του. Υπάρχουν χιλιάδες chat rooms και τιτλοφορούνται ανάλογα με το θέμα των συζητήσεων στο οποίο αναφέρονται. Αφού το άτομο επιλέξει σε τι είδους «χώρο συζήτησης» θέλει να συνεβρεθεί με άλλους για διάλογο, πρέπει να επιλέξει ένα όνομα. Το όνομά του (nickname) αναγράφεται στο δεξιό τμήμα της οθόνης και είναι ορατό από όλους τους άλλους χρήστες. Να σημειώσουμε ότι είναι υποχρεωτικό το στάδιο της επιλογής του ονόματος, αλλιώς δεν του επιτρέπεται η συμμετοχή.
Αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με τη μελέτη των ψευδονύμων που χρησιμοποιούν οι συνομιλητές καθώς αυτά είναι τα μόνα σημαίνοντα που έχουμε στη διάθεση μας για τον άλλο. Η βασική ερώτηση που μας απασχολεί είναι με τι νοηματικό περιεχόμενο αποφασίζουν τα υποκείμενα να αυτοπαρουσιαστούν.
Θεωρητική βάση αυτής της έρευνας  είναι οι έννοιες της ταυτότητας και της ετερότητας, όπως αυτές διαμορφώνονται σε τέτοιες συνθήκες. Μία σημαντική ιδιαιτερότητα που υπάρχει στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι η ταυτότητα με την ετερότητα συγχέονται. Ο εαυτός, ως κατασκευασμένος, είναι υποκείμενο και αντικείμενο ταυτόχρονα. Εαυτός και άλλος την ίδια στιγμή. Ο εαυτός ως παιχνίδι μεταμόρφωσης και κατασκευής εναρμονίζεται απόλυτα στο κλίμα του μεταμοντερνισμού. Το διαδίκτυο γίνεται η σκηνή όπου εξελίσσονται καθημερινά χιλιάδες παιχνίδια ρόλων. Οι ρόλοι πολλαπλασιάζονται. Όταν ο Erwin Goffman έγραφε την «παρουσίαση του εαυτού στην καθημερινή ζωή» δεν υπήρχε το διαδίκτυο. Κατέγραψε όμως το φαινόμενο της αλλαγής που υφίσταται το υποκείμενο ανάλογα με τον ρόλο που υιοθετεί κατά τις διαφορετικές καταστάσεις της καθημερινότητας. Η ζωή ήταν για τον Goffman ήδη από την δεκαετία του ’70 συνδεδεμένη με την παράσταση κι ο κόσμος μια απέραντη σκηνή.
Αυτή η δυναμική του διαδικτύου μας προκαλεί να επανεξετάσουμε την έννοια της ταυτότητας, αφού αυτή εμφανίζεται κατασκευασμένη από τα άτομα, κατά την βούλησή τους. Η συγκεκριμένη ταυτότητα μπορεί να περιλαμβάνει την έννοια της ιστορικότητας του υποκειμένου (σύμφωνα με τους περισσότερους κλασσικούς ορισμούς ταυτότητας) ή όχι. Το άτομο, μπορεί να μπει με το συγκεκριμένο ψευδόνυμο μία φορά μόνο ή συνέχεια, με αποτέλεσμα να γίνεται αναγνωρίσιμο στους άλλους χρήστες.
Η έννοια της ταυτότητας είναι τόσο σύνθετη που γίνεται αντικείμενο μελέτης ψυχοκοινωνιολόγων, ψυχαναλυτών, ανθρωπολόγων, φιλοσόφων κι άλλων επιστημών ή θεωρήσεων από την αρχαιότητα ως σήμερα.
Από την κοινωνική ψυχολογία, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε, επίσης,την σχετική με το θέμα θεωρία των κοινωνικών αναπαραστάσεων. Κι επειδή, δεν επεκτείνουμε την έρευνα αυτήν στην επικοινωνία που προκύπτει μεταξύ των χρηστών και στο πώς προσλαμβάνουν τα ψευδόνυμα των άλλων χρηστών (κάτι τέτοιο θα μπορούσαμε να διερευνήσουμε στο μέλλον), η έννοια της κοινωνικής αναπαράστασης γίνεται αμφίσημη. Αναφερόμαστε στην έννοια της αναπαράστασης του εαυτού, αν και κατά την γνώμη μας το κοινωνικό είναι πάντα παρόν ακόμη και όταν δεν υπάρχει άλλος, αφού αναφερόμαστε σ’ένα σύστημα συμβόλων και εικόνων κοινωνικά καθορισμένων.
Θα περιοριστούμε στην μελέτη των ψευδονύμων που επιλέγουν οι χρήστες για να αυτοπροσδιοριστούν, θεωρώντας ότι το όνομα είναι ένα βασικό στοιχείο της ταυτότητας. Τα ονόματα και τα επίθετα αποτελούν σύμφωνα με τον Pierre Guiraud τα απλούστερα και καθολικότερα σημάδια της ταυτότητας. Στην αρχή τους, ήταν πάντα αιτιολογημένα, υποδηλώνοντας το άτομο από την ένταξή του σε κάποια οικογένεια ή κάποιο γένος, σε κάποιο επάγγελμα ή σε κάποια φυσική κατηγορία. Στους δικούς μας σύγχρονους πολιτισμούς, η ιστορία οδήγησε σε πτώχευση αυτό το σύστημα, το οποίο όμως, συχνά επαναδραστηριοποιείται με τα παρωνύμια και τα παρατσούκλια.
Στην πραγματική ζωή το όνομα δεν το επιλέγουμε, μας δίνεται και μας ακολουθεί για πάντα-συνήθως. Ακόμη και η αλλαγή του ονόματος στις γυναίκες μετά τον γάμο φαίνεται τελευταία να εγκαταλείπεται ως πρακτική και με την στήριξη του νόμου. Το όνομα είναι φορτισμένο με την ιστορία μας, παρόλο που, έχει χάσει κατά πολύ την αιτιολογία του. Είναι τόσο σημαντικό στοιχείο της ταυτότητας που βλέπουμε πολλές φορές να καθορίζει συμπεριφορές, αν και δεν γνωρίζουμε σύγχρονες έρευνες για τη σχέση ονόματος και συμπεριφοράς.
Αντίθετα, στους διαδικτυακούς τόπους συζήτησης, το όνομα αυτοεπιλέγεται, κατασκευάζεται εκείνη τη στιγμή και δεν παύει να είναι φορέας μηνύματος για την ταυτότητα του ατόμου. Αυτήν την ατομική επιλογή του ονόματος επιθυμούμε να διερευνήσουμε.
Τι ψευδώνυμα επιλέγουν τα άτομα όταν έχουν αυτήν την ευκαιρία να παρουσιαστούν και να συνδιαλαγούν όντας αόρατα και ανώνυμα;
Με αυτήν την κεντρική ερώτηση ξεκινάμε την έρευνά μας.
Για το πώς επιλέγουν τόσο τα ονόματά τους (την διαδικασία), όσο και τους άλλους που επιλέγουν να συνδιαλαγούν, είναι θέματα πολύ ενδιαφέροντα, πού, όμως, δεν είναι μέσα στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας.
                                                   
                                                     


Μεθοδολογία

Οι δύο βασικές μέθοδοι που χρησιμοποιήσαμε στην έρευνά μας είναι αυτή της συμμετοχικής παρατήρησης σε διαδικτυακό τόπο συζήτησης, η καταγραφή των ψευδονύμων και η ανάλυση περιεχομένου τους.
Επιλέξαμε τον διαδικτυακό τόπο συζήτησης με τίτλο «Σχέσεις» του in.gr, του ομίλου Λαμπράκη επειδή είναι ο πιο γνωστός Ελληνικός διαδικτυακός χώρος (ο όμιλος Λαμπράκη είχε γεμίσει το κέντρο της Αθήνας πριν από μερικούς μήνες με αφίσες, ενώ το ιn.gr διαφημίζεται και στις εφημερίδες του ομίλου). Στον διαδικτυακό τόπο συζήτησης «Σχέσεις» συχνάζουν κατά μέσον όρο περίπου 150 χρήστες κατά τις βραδινές ώρες και τα Σαββατοκύριακα, που είναι και οι περίοδοι αιχμής.
Η συμμετοχική παρατήρησή μας περιορίστηκε στα ονόματα (nick-names) και δεν αφορούσε καθόλου την επικοινωνία αυτήν καθαυτήν που εξελισσόταν.
Η καταγραφή έγινε σε δέκα μέρες, κατά τις οποίες συμμετείχαμε σε διαφορετικές ώρες, υποθέτωντας ότι σε διαφορετικές στιγμές του εικοσιτετραώρου μπορεί να είχαμε σημαντικές διαφορές στα ονόματα, ανάλογα με τις ανάγκες των χρηστών.
Η κάθε καταγραφή κράτησε περίπου μισή ώρα. Σ’αυτό το διάστημα «μπήκαν» και «βγήκαν» πολλοί χρήστες, αλλάζοντας συνεχώς την σύσταση της διαδικτυακής παρέας. Για τον λόγο αυτόν, καταγράψαμε τα ονόματα με την αλφαβητική τους σειρά, έχοντας επίγνωση ότι δεν θα ήταν δυνατό κάποια άλλη μέθοδος που να μπορεί να καταγράψει όλες αυτές τις εισόδους και τις εξόδους των χρηστών.
Στην ανάλυση περιεχομένου, θεωρήσαμε ως μονάδα καταγραφής το κάθε ψευδόνυμο.
Καταλήξαμε σε 24 κατηγορίες όπου κατατάξαμε τα 1534 διαφορετικά ψευδόνυμα που καταγράψαμε συνολικά. Τα ψευδόνυμα που συναντήσαμε παραπάνω από δύο φορές δεν τα ξανακατατάξαμε, καταγράψαμε την συχνότητά τους με την ελπίδα να μπορέσει να συνεχιστεί η έρευνα στο μέλλον, λαμβάνοντας υπόψιν την συχνότητα της χρήσης στους διαδικτυακούς τόπους συζήτησης και την σημασία της.
H ανάλυση των ονομάτων θα μπορούσε να γίνει με πολλούς τρόπους, καθώς η φύση του μέσου (επικοινωνία μέσω πληκτρολόγησης) δεν είναι συνηθισμένο φαινόμενο και παρουσιάζει ιδιαιτερότητες που θα άξιζαν σημειολογική ανάλυση.
Εμείς, περιοριζόμαστε στην ανάλυση περιεχομένου ακολουθώντας τις ανάγκες των αιτημάτων που θέσαμε εξ’αρχής.
Παρόλ’αυτά, ακόμη και στην ανάλυση περιεχομένου αντιμετωπίσαμε κάποιες δυσκολίες και προβήκαμε σε κάποιες συμβάσεις για την ανάγκη της έρευνάς μας.
Πιο συγκεκριμένα, κάποιοι χρήστες, περίπου το μισό δείγμα μας, δεν χρησιμοποιεί μόνο μία λέξη για το ψευδόνυμο. Αυτή η μερίδα του δείγματος, χρησιμοποιεί περισσότερες  από μία λέξεις που ποικίλλουν ως προς το περιεχόμενό τους.
Καθώς θεωρούμε ότι είναι χρήσιμο να θεωρήσουμε ως μονάδα καταμέτρησης το κάθε όνομα στο σύνολό του, ανεξάρτητα από πόσες λέξεις το απαρτίζουν, προβήκαμε στην σύμβαση που θεωρεί σημαντικότερη την αναφορά σε:

  1. Κοινωνικά χαρακτηριστικά/οικογενειακή κατατάσταση
  2. Διάθεση/πρόθεση/ψυχολογικά χαρακτηριστικά
  3. Τόπο
  4. Φύλο
  5. Ηλικία
  6. Όνομα.

Αυτό σημαίνει ότι αν για παράδειγμα έχουμε να κατηγοριοποιήσουμε την μονάδα καταγραφής-ψευδόνυμο: «extreme-fotis», θα την κατατάξουμε στην κατηγορία των ψυχολογικών χαρακτηριστικών και όχι των ονομάτων.
Σκεφτήκαμε ότι είναι προτιμότερο να δουλέψουμε μ’αυτόν τον τρόπο και όχι να προβούμε σε κατακερματισμό των ψευδονύμων, θεωρώντας ότι αλλοιώνουμε λιγότερο την σημασία τους.


                                                   
                                               



Αποτελέσματα

Στο σύνολο των 1534 ψευδονύμων προέκυψαν από την ανάλυση περιεχομένου 24 κατηγορίες. Παρουσιάζουμε τα ευρήματα μας συγκεντρωμένα σε έναν πίνακα και σχηματικά σ’ένα διάγραμμα.

Ο παρακάτω πίνακας δείχνει τις κατηγορίες στις οποίες  αναφέρονται τα ψευδώνυμα που συναντήσαμε.














Ηλικία
216
14,08%
Χαρακτήρας, ρόλοι, διαθέσεις
205
13,36%
Ελληνικά κύρια ονόματα
163
10,62%
Ξένα κύρια ονόματα
158
10,30%
Τόπος, εθνικότητα,ράτσα
74
4,82%
Παραμύθι, μεταφυσική, όνειρο
55
3,58%
Φύλο
49
3,19%
Επάγγελμα, ενασχόληση
44
2,87%
Εξωτερική εμφάνιση
43
2,80%
Εκκλήσεις, δηλώσεις
41
2,67%
Μυθολογία, αρχαιότητα
41
2,67%
κινηματογράφος, θέατρο
40
2,60%
Ζώα
39
2,54%
Φύση, κόσμος
38
2,47%
Τρόφιμα, γεύσεις
35
2,28%
Μάρκες, φίρμες
28
1,82%
Μουσική
23
1,50%
Υπολογιστές, διαδίκτυο
19
1,24%
Κόμιξ
18
1,17%
Οικογενειακή κατάσταση
13
0,85%
Ζώδια
13
0,85%
Άλλες διασημότητες
12
0,78%
Πολιτικά, ιστορικά πρόσωπα
6
0,39%
Άλλα
161
10,49%





























Συμπεράσματα

Η ποικιλία των ψευδονύμων είναι εντυπωσιακή. Αυτός είναι κι ένας λόγος που ο αριθμός των «άλλων», μη κατηγοριοποιημένων ψευδονύμων, είναι τόσο μεγάλος.
Σ’αυτήν την κατηγορία ανήκουν ονόματα που ή δεν μας ήταν κατανοητά ως προς την ανάφορά τους, π.χ. “bofh”, ή που φαινόταν ότι ο χρήστης πληκτρολόγησε τυχαία κάποιους χαρακτήρες, χωρίς να δίνει σημασία στο περιεχόμενο του ονόματος-όπως π.χ. asd ( τρεις χαρακτήρες που είναι οι πρώτοι στην πληκτρολόγηση).
Είναι πιθανόν κάποια απ’αυτά τα ονόματα να έχουν σημασία για τους χρήστες, ή να χρησιμεύουν ως κώδικες αναγνώρισης από κάποιους συγκεκριμένους άλλους, αλλά στην παρούσα έρευνα δεν είχαμε την δυνατότητα διερεύνησης.
Βλέπουμε στα αποτελέσματα ότι το κύριο όνομα είναι ένας βασικός αυτοπροσδιορισμός, ακόμη και στην κατάσταση που το υποκείμενο είναι αόρατο και ανώνυμο. Αν προσθέσουμε τα κύρια ονόματα στο σύνολό τους, ελληνικά και ξένα, θα δούμε ότι φτάνουν στο 21% περίπου του συνολικού δείγματος μας.
Αν προσθέταμε και κύρια ονόματα τα οποία συνοδεύανε αυτοπροσδιορισμούς συνδυασμένους με άλλα στοιχεία, όπως π.χ. την ηλικία ή άλλα, το ποσοστό αυτό θα ανέβαινε ακόμη περισσότερο. Κάτι τέτοιο είναι εύλογο για τον λόγο ότι το κύριο όνομα είναι φορέας και του φύλου, αλλά  και κουλτούρας. Έτσι, επιλέγοντας ένα κύριο όνομα, αληθινό ή πλαστό, για τον αυτοπροσδιορισμό, το υποκείμενο αναφέρεται και σ’αυτά τα στοιχεία έμμεσα (Δεν χρειάζεται να αναφέρει το φύλο αν έχει ένα αντρικό ή γυναικείο όνομα).
Παρόλ’αυτά, βλέπουμε τον παράγοντα ηλικία να παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στον αυτοπροσδιορισμό. Σ’έναν αυτοπροσδιορισμό που έχει ως στόχο την επικοινωνία, την συζήτηση με τον άλλον, τη δημιουργία σχέσεων- που κάποιες φορές αναπτύσσονται κι εκτός του περιβάλλοντος του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ο παράγοντας ηλικία που υπερτονίζεται στον αυτοπροσδιορισμό, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το χάσμα των γενεών υπάρχει κι εκδηλώνεται και στους διαδικτυακούς τόπους συζήτησης. Σε μελλοντική έρευνα, θα μπορούσαμε να ελέγξουμε πειραματικά, κατά πόσο είναι ισχυρός παράγοντας (επιτρεπτικός ή αποτρεπτικός) για την δημιουργία σχέσεων, εδώ περιοριζόμαστε μόνο στην διαπίστωση αυτού του φαινομένου (της σημασίας της ηλικίας στον αυτοπροσδιορισμό).
Η αναπαράσταση του εαυτού μέσω της στοματικότητας (τροφίμων, γεύσεων, ποτών) δεν ήταν κάτι αναμενόμενο. Ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό χρηστών (2,28%) προτιμάει να αυτοπροσδιοριστεί με αυτόν τον τρόπο. Πιστεύουμε ότι είναι ένα εύρημα που θα έχαιρε ψυχαναλυτικής ερμηνείας. Φαίνεται ότι αυτοί οι χρήστες προσφέρουν τους εαυτούς τους ως εδέσματα προς κατανάλωση. Ενδιαφέρον ίσως παρουσιάζει εδώ η προτίμηση προς τις γλυκές γεύσεις και οι αναφορές στην σοκολάτα, ενώ ως δεύτερη προτίμηση στην γεύση έρχεται το πικάντικο και καυτερό.
Δεν συμπεριλάβαμε σεξουαλική κατηγορία στην ανάλυση περιεχομένου, καθώς τα περισσότερα ονόματα στα οποία διακρίναμε την σεξουαλική πρόθεση, αναφέρονταν σ’αυτήν με υπονοούμενα. Θεωρήσαμε λοιπόν, περισσότερο ενδιαφέρον να δούμε τον μηχανισμό αυτόν μέσα από την ανάλυση των ίδιων των λέξεων. Στην κατηγορία «Τρόφιμα-γεύσεις», βλέπουμε πολλά τέτοια υπονοούμενα, π.χ. «sugarbaby» και θεωρούμε ενδιαφέρον για ανάλυση αυτό καθαυτό το γεγονός της αναπαράστασης της σεξουαλικότητας (και) μέσω της στοματικής-γευστικής οδού.
Ένα ποσοστό 2,67% αντί ονόματος υιοθέτησε ως αυτοπροσδιορισμό μία φράση, έκκληση, δήλωση (π.χ. “eiste oloi idioi”). Θα τολμήσουμε να ερμηνεύσουμε τέτοιες εκδηλώσεις ως εκδραματίσεις, ως τρόπους εκτόνωσης συναισθήματος (acting-out). Φτάνουμε σ’αυτό το συμπέρασμα επειδή σ’αυτές τις δέκα φορές που «μπήκαμε» για την συμμετοχική παρατήρηση και καταγραφή, δεν ξανασυναντήσαμε κανένα απ’αυτά τα υποκείμενα, μ’αυτούς τους αυτοπροσδιορισμούς-γιατί μπορεί να ήταν συνδεδεμένα χρησιμοποιώντας άλλο όνομα. Έτσι, θα μπορούσαμε να σκεφτούμε τον ρόλο του διαδικτυακού τόπου συζήτησης και ως ένα μέσον για εκτόνωση, ψυχολογική στήριξη και συναισθηματική αποφόρτιση.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει κατά την γνώμη μας ότι τα άτομα προτιμούν να αυτοπροσδιοριστούν περισσότερο με ένα ψευδόνυμο που αφορά στον χαρακτήρα, στις διαθέσεις τους ή σε ψυχολογικά χαρακτηριστικά (σε ποσοστό 13,36%) παρά στα εξωτερικά χαρακτηριστικά, στην εικόνα-αληθινή ή πλαστή (ποσοστό 2,80%).
Αυτό το εύρημα μας εκπλήσσει επειδή γίνεται πολύς λόγος για την πρωτοκαθεδρία της εικόνας στην σημερινή μεταμοντέρνα εποχή, εικόνα που φαντασιακά  θα μπορούσε να δομηθεί κατά το επιθυμητό. Φαίνεται όμως, ότι το ίδιο το μέσον και αυτός ο τύπος επικοινωνίας ευνοεί την ανάδειξη άλλων χαρακτηριστικών, καθώς δεν υπάρχει πρόσβαση στην εικόνα-τουλάχιστον στις περισσότερες των περιπτώσεων.
Είναι ένας χώρος όπου βασιλεύει το φαντασιακό, όπου η πρωτεραιότητα των χρηστών είναι η συζήτηση (ακόμη κι αν πρόκειται για διαδικτυακό σεξ, όπου ακόμη κι εκεί, οι λέξεις είναι οι φορείς της σεξουαλικής επικοινωνίας).
Θα θέλαμε να κλείσουμε αυτήν την έρευνα με την ερώτηση που προκύπτει απ’αυτό το τελευταίο συμπέρασμα. Μήπως δηλαδή, παρόλο που αυξάνονται τα εποπτικά μέσα με φαινόμενα Big brother, κρυφές ή φανερές κάμερες, echelon κ.ά. και φαίνεται το ιδιωτικό να απειλείται από το δημόσιο, η εικόνα να κυριαρχεί εις βάρος της εσωτερικότητας, ξαναβρίσκουμε το ιδιωτικό μέσω του φανταστικού;Μήπως ενδέχεται να δούμε στην συνέχεια των μεταμοντέρνων καιρών να αναδύεται η κυριαρχία της φαντασίωσης;
Παιχνίδια ρόλων εξελίσσονται καθημερινά στο διαδίκτυο. Η ταυτότητα ανακατασκευάζεται κατά βούληση. Η βασική μας υπόθεση, κινητήρια δύναμη για την συνέχιση αυτής της εργασίας στο μέλλον, είναι ότι αυτές οι περσόνες δεν είναι απλώς ψεύτικα προσωπεία. Θεωρούμε ότι υπόκεινται σε ψυχολογικές αλήθειες που μέσω αυτής της κάλυψης αποκαλύπτονται.
Aθήνα, 2002.

                                                    Βιβλιογραφία

Jean Baudrillard (1983), “Simulations”,New York:Semiotexte.
Γιώργος Βέλτσος (1981), “Οι απροσδιόριστοι παράγοντες. Δοκίμιο δομικής κοινωνικής ψυχολογίας”, Αθήνα: Παπαζήσης.
Sigmund Freud (1985), “L’inquetante etrangete et autres essays”, Paris: Dunod.
Κenneth Gergen (1997) “Ο κορεσμένος εαυτός”, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Erwin Goffman, (1973), “La mise en scène de la vie quotidienne. 1. La presentetion de soi.”, Les editions de Minuit, Paris.
Guiraud Pierre, (1989), Σημειολογία, Αθήνα: Ζαχαρόπουλος (σειρά: que sais-je?)
Η. Leavitt (1965), Quelques effets de divers reseaux de communications sur la performance de groupe, Dans A. Levy (ed) (1965), Psychologie sociale, texts fondamentaux, Paris:Dunod.
Farr R.M. , Μοscovici S, (1983), “Social representations”, Cambridge: Cambridge University Press
Τζαίησον Ξενάκης (1991), «Χίππηδες και κυνικοί», Αθήνα: Απόπειρα.
Γιώργος Πεφάνης (1999), Το θέατρο και τα σύμβολα: Διαδικασίες συμβόλισης και Δραματικού Λόγου, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Shery Τurkle (1995), “Life on screen: Identity on the age of internet”,  New York: Simon and Schuster.